Τρία βότανα που φημίζονται για τις θεραπευτικές τους ιδιότητες, μοιάζουν να αποτελούν μια πρώτης τάξεως εναλλακτική πρόταση για νέα πηγή εισοδήματος.
Το τσάι του βουνού, το χαμομήλι και το μελισσόχορτο, μπορεί να είναι ευρέως γνωστά σε όλους μας ως εξαιρετικά ροφήματα με ευεργετικές για την υγεία ιδιότητες, ωστόσο η καλλιέργειά τους εμφανίζει μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης
....με κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητες αποδόσεις που φθάνουν να ξεπερνούν τα 2.000 ευρώ ανά στρέμμα. Τα τελευταία χρόνια σε όλες τις διεθνείς αγορές η ζήτηση για προϊόντα φυσικής προέλευσης είναι αυξανόμενη.
Η Ελλάδα έχει εξαιρετικά πλούσια χλωρίδα σε ποικιλότητα και είδη αρωματικών φαρμακευτικών φυτών και ευνοϊκές κλιματολογικές και εδαφολογικές συνθήκες για την καλλιέργεια των περισσότερο γνωστών και εμπορικών ειδών.
Ο νεοεισερχόμενος παραγωγός προτείνεται να αρχίσει με περισσότερα του ενός είδη, τόσο ετήσια αλλά και πολυετή φυτικά υλικά. Τα ετήσια δίνουν την εμπειρία μέσω του πλήρους κύκλου της καλλιέργειας κατά το πρώτο έτος, από το πολλαπλασιαστικό υλικό έως τη συγκομιδή, καθ' ον χρόνο τα πολυετή αναπτύσσονται, για να δώσουν το μέγιστο και βέλτιστο της παραγωγής τους, συνήθως μετά τον δεύτερο χρόνο.
Εκτάσεις τεσσάρων-πέντε συνολικά στρεμμάτων είναι συνήθως πάρα πολύ μικρές για πραγματικά έσοδα, διαθέτοντας χύδην ξηρά αρωματικά φαρμακευτικά φυτά. Για να είναι κερδοφόρες οι πωλήσεις αυτών των υλικών, θα πρέπει να επεκταθεί η παραγωγή τους.
ΜΕΛΙΣΣΟΧΟΡΤΟ
4 έως 6 ευρώ το κιλό η τιμή πώλησης
Με τη μέση απόδοση ανά στρέμμα να ανέρχεται σε 400 κιλά ξηρής δρόγης (ξηρά φύλλα) και την τιμή πώλησης στην Ελλάδα να διαμορφώνεται από 4 έως 6 ευρώ το κιλό, η καλλιέργεια του μελισσόχορτου υπόσχεται σημαντικά κέρδη.
Το μελισσόχορτο είναι πολυετής πόα, αυτοφυής, είναι γνωστό ως κιτροβάλσαμο με άρωμα λεμονιού και χρησιμοποιείται για τη φαρμακευτική του αξία.
Το μελισσόχορτο, για να ευδοκιμήσει, απαιτεί εδάφη με τιμές pH 6-7, πλούσια, ποτιστικά, καλά στραγγιζόμενα, σε ημιορεινές και δροσερές πεδινές περιοχές. Με τις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα, το υπέργειο τμήμα καταστρέφεται, ενώ το πλούσιο, αβαθές ριζικό σύστημα επιζεί και βγάζει νέους βλαστούς την επόμενη άνοιξη. Είναι καλλιέργεια ιδιαίτερα απαιτητική σε θρεπτικά συστατικά και οργανική ουσία. Η αναγκαιότητα σε λίπανση προσδιορίζεται με εδαφολογική ανάλυση. Συνήθως απαιτείται προσθήκη αζώτου, φωσφόρου και καλίου. Αν το μελισσόχορτο καταπονηθεί από έλλειψη νερού, παίρνει σκούρο πράσινο χρώμα, μειώνεται η παραγωγή και υποβαθμίζεται η ποιότητα του προϊόντος, έτσι γίνεται πότισμα ανά 10-15 ημέρες.
Συγκομίζεται ολόκληρο το υπέργειο τμήμα με χορτοκοπτικό μηχάνημα, συλλέγεται και μεταφέρεται για ξήρανση (σε θερμοκρασίες μικρότερες 40οC), ή απευθείας απόσταξη. Τον πρώτο χρόνο της καλλιέργειας γίνεται μία συγκομιδή προς το τέλος του καλοκαιριού όταν ξεκινά η άνθιση. Από το δεύτερο έτος μπορούν να γίνουν δύο συγκομιδές, η πρώτη αρχές Ιουλίου και η δεύτερη τον Σεπτέμβριο. Η απόδοση μπορεί να φτάσει τα 1.200 κιλά νωπό βάρος ή 400 κιλά ξηρά φύλλα. Η παραγωγική ζωή της φυτείας είναι 5-6 χρόνια. Τα νωπά ή ξηρά φύλλα χρησιμοποιούνται ως καρύκευμα στη μαγειρική και ζαχαροπλαστική, για την παρασκευή ποτών. Είναι σημαντικό μελισσοτροφικό φυτό.
Η περιεκτικότητα σε αιθέριο έλαιο του νωπού φυτικού υλικού κυμαίνεται από 0,01-0,13% το οποίο εξάγεται με απόσταξη. Το αιθέριο έλαιο χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία για να αποδώσει το άρωμα του λεμονιού. Πρόσφατα χρησιμοποιείται στη φαρμακολογία ως αντιβακτηριακό, αντισπασμωδικό και αντιοξειδωτικό.
Χαμομήλι: Τα μυστικά για αποδοτική σοδειά
Το βιολογικό αποξηραμένο χαμομήλι πωλείται στην εγχώρια αγορά έως 8 ευρώ το κιλό, ενώ στις αγορές του εξωτερικού οι τιμές πώλησης διπλασιάζονται όταν βέβαια πληρούνται τα ποιοτικά κριτήρια.
Το χαμομήλι είναι ετήσια πόα προερχόμενη από την Ευρώπη και ευδοκιμεί καλύτερα σε πεδινές περιοχές με εύκρατο κλίμα σε σχέση με τις ορεινές. Παρουσιάζει αντοχή σε χαμηλές θερμοκρασίες. Δεν αναπτύσσεται ικανοποιητικά σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Το χαμομήλι είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο στους ανέμους κυρίως την περίοδο της άνθισής του, γι' αυτό θεωρείται απαραίτητη η τοποθέτηση ανεμοφράκτη ώστε να μειωθεί η ένταση του ανέμου.
Τα καλύτερα εδάφη είναι τα αμμοαργιλώδη με αρκετή οργανική ουσία. Στα αμμώδη η ανάπτυξή του περιορίζεται ενώ ακατάλληλα είναι τα βαριά εδάφη με πολλή υγρασία. Το χαμομήλι μπορεί να καλλιεργηθεί και σε ισχυρά όξινα εδάφη.
Πολλαπλασιάζεται με σπόρο που σπέρνεται στο χωράφι στα πεταχτά ή με σπαρτικές μηχανές σιταριού ή με άλλο είδος μηχανής με κατάλληλη ρύθμιση ώστε οι γραμμές να απέχουν 40-50 cm.
Η σπορά του βοτάνου αυτού γίνεται από αρχές Οκτωβρίου έως τέλη Φεβρουαρίου. Για να έχουμε ομοιόμορφη σπορά ο σπόρος ανακατεύεται με στεγνή ποταμίσια άμμο.
Πριν την εγκατάσταση των φυτών στο χωράφι απαιτούνται 1-2 οργώματα έως ότου το χωράφι να είναι καλά ψιλοχωματισμένο.
Το χαμομήλι είναι φυτό ξηρικό αλλά η κανονική εδαφική υγρασία ευνοεί την ανάπτυξή του.
Οι ανάγκες σε λίπανση πρέπει να προσδιοριστούν μετά από εδαφολογική ανάλυση. Αν απαιτείται λίπανση, τότε το λίπασμα πρέπει να ρίχνεται σε μικρές ποσότητες ώστε να αποφευχθεί η μεγάλη ανάπτυξη των φυτών που οδηγεί σε υποβάθμιση στην ποιότητα του προϊόντος. Συνήθως χρησιμοποιείται φωσφορική αμμωνία και θειικό κάλιο. Αν η ποσότητα του αζώτου είναι υψηλή, τότε δημιουργείται μεγάλος αριθμός φύλλων ιδιαίτερα ανεπτυγμένων με συνέπεια να εμποδίζεται η συλλογή αλλά και να προκαλείται πτώση του φυτού.
Η συλλογή γίνεται με εργαλεία ή μηχανές ειδικές, τον Μάιο. Αν τα άνθη δεν είναι καλά ανοιγμένα και συλλεχθούν, τότε καταστρέφεται η ποιότητα γιατί κατά την αποξήρανση παίρνουν σκούρο χρώμα. Η συλλογή του χαμομηλιού πρέπει να γίνεται αργά το πρωί, ώστε τα φυτά να είναι απαλλαγμένα από τη δροσιά. Απαγορεύεται η συλλογή των φυτών μετά από βροχή. Το χαμομήλι δίνει κατά μέσο όρο παραγωγή 300-400 κιλά χλωρά φύλλα ανά στρέμμα και φτάνει έως και 100 κιλά ξηρά φύλλα ανά στρέμμα.
Η απόδοση του αιθέριου ελαίου κυμαίνεται συνήθως από 0,2-1,9%. Περίπου 120 συστατικά έχουν αναγνωριστεί στο χαμομήλι σαν δευτερογενείς μεταβολίτες.
Χρησιμοποιείται σαν ρόφημα, στην αρωματοθεραπεία, στην κοσμετολογία κ.α. Στην φαρμακευτική χρησιμοποιείται γιατί παρουσιάζει αντιφλεγμονώδη, αντισπασμολυτική, αντιβακτηριακή, ηρεμιστική, αντιαλλεργική, αντιοξειδωτική, αντιπυρετική, αντιμικροβιακή δράση.
Το κόστος των ριζωμάτων
Η αγορά ριζωμάτων και φυτωρίων από τα εξειδικευμένα φυτώρια συχνά κοστίζει αρκετά (αν υπολογισθεί κατά μέσο όρο ότι κοστίζουν περισσότερο από 0,15 - 0,25 ευρώ ανά φυτό στην Ελλάδα και 0,05 - 0,18 ευρώ σε εξειδικευμένα φυτώρια της Ε.Ε.). Με μια τυπική πυκνότητα φύτευσης, περίπου 4.000 φυτών ανά στρέμμα, η δαπάνη για το φυτικό υλικό εγκατάστασης μπορεί να είναι μεγαλύτερη από 600 - 1.000 ευρώ ανά στρέμμα.
Στις πολυετείς καλλιέργειες το κόστος για την απόκτηση πολλαπλασιαστικού υλικού βαρύνει κυρίως τον πρώτο χρόνο της καλλιέργειας, καθώς τα επόμενα χρόνια ο παραγωγός μπορεί από τις έτοιμες φυτείες να δημιουργήσει το δικό του πολλαπλασιαστικό υλικό και να επεκτείνει την καλλιέργεια.
ΤΣΑΪ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ
Διπλάσια η απόδοση για βιολογική καλλιέργεια
Με τη στρεμματική απόδοση στο τσάι του βουνού να είναι διπλάσια όταν η καλλιέργεια είναι βιολογική, τα έσοδα ανά στρέμμα σε ετήσια βάση μπορούν να φθάσουν τα 800 ευρώ.
Το φυτό ευδοκιμεί σε περιοχές με μεγάλο υψόμετρο, αντέχει στις χαμηλές θερμοκρασίες, προτιμά τα πετρώδη ασβεστολιθικά εδάφη αλλά αναπτύσσεται σε ποικιλία εδαφών. Εχει ελάχιστες απαιτήσεις σε θρεπτικά στοιχεία, και αντοχή στην έλλειψη νερού. Το φυτό είναι ανθεκτικό σε εχθρούς και ασθένειες όταν καλλιεργείται σε υψόμετρο άνω των 800 μέτρων.
Το τσάι του βουνού ή σιδερίτης είναι φυτό ποώδες, πολυετές και αυτοφυές των ορεινών περιοχών της χώρας μας. Με το όνομα τσάι του βουνού αναφέρονται διάφορα είδη του γένους Sideritis ssp. της οικογένειας Lamiaceae. Τα πιο σημαντικά είδη σιδερίτη που βρέθηκαν στην Ελλάδα είναι: Sideritis athoa (τσάι Αθω), Sideritis euboea (τσάι Ευβοίας), Sideritis scardiaca (τσάι Ολύμπου), Sideritis raeseri (τσάι Παρνασσού), Sideritis clandestina (τσάι Ταϋγέτου).
Η συγκομιδή γίνεται συνήθως τον Ιούλιο, όταν τα φυτά βρίσκονται σε πλήρη άνθιση και τα ανθοφόρα στελέχη αρχίζουν να ξυλοποιούνται, οπότε η περιεκτικότητα σε αιθέριο έλαιο είναι μεγαλύτερη. Κόβεται ολόκληρη η ταξιανθία και μέρος του βλαστού, μήκους 5-6 εκ. με μαχαίρι ή δρεπάνι. Στη συνέχεια μεταφέρονται για ξήρανση σε υπόστεγα ώσπου να αποκτήσουν το επιθυμητό πρασινοκίτρινο χρώμα. Η διάρκεια παραγωγικής ζωής της φυτείας είναι 5-8 χρόνια, με την απόδοση τον 3ο-4ο χρόνο να φτάνει τα 100 κιλά ανά στρέμμα.
Ιδιότητες - Χρήσεις
Χρησιμοποιείται με τη μορφή αφεψήματος, που παράγεται με την προσθήκη μικρής ποσότητας ξηρής δρόγης σε νερό που βράζει. Το ρόφημα πλούσιο σε σίδηρο, τονωτικό, αποχρεμπτικό, με αντιθρομβωτική, αντιυπερτασική και αντιοξειδωτική δράση, καταναλώνεται κυρίως τη χειμερινή περίοδο για την αντιμετώπιση του κοινού κρυολογήματος. Επίσης, θεωρείται σημαντικό μελισσοτροφικό φυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου