Όπως ήταν αναμενόμενο, με το που έπεσαν οι πρώτες ντουφεκιές ο ελληνισμός βρέθηκε αντιμέτωπος με το πρόβλημα της αγραμματοσύνης του. Έπρεπε, μαζί με την επανάσταση, να αρχίσει και τον αγώνα για τη μόρφωση του! Να αναλάβει την ευθύνη της Ιστορίας του, το βάρος τού παρελθόντος του, να αντιμετωπίσει το παρόν και το μέλλον του.
Τα ελληνόπουλα, η νέα αυτή γένια των Ελλήνων, που - αν όλα πήγαιναν καλά - θα ζούσε ελεύθερη, έπρεπε επειγόντως να
μάθουν γραφή και ανάγνωση. Έτσι, ένα από τα πρώτα σοβαρά προβλήματα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι πρωτεργάτες της Επανάστασης ήταν και αυτό της βασικής εν πρώτοις εκπαίδευσης των ελληνοπαίδων.
Ήδη από τα προεπαναστατικά χρόνια είχε επιδειχτεί ιδιαίτερη μέριμνα για την παιδεία και θα έλεγε κανείς ότι είχαν μπει τα πρώτα θεμέλια μιας στοιχειώδους εκπαίδευσης. Με την έναρξη της Επανάστασης του Έθνους πολλοί ήταν εκείνοι που έσπευσαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην εκπαιδευτική θωράκιση του ελληνισμού.
Έτσι, μια σειρά εκπαιδευτικών πατριωτών έσπευσαν, άλλοι στα
στρατόπεδα και άλλοι στις διοικητικές περιφέρειες της χώρας, προκειμένου να διδάξουν τα πρώτα γράμματα, συμβάλλοντας στην εκπαιδευτική συγκρότηση της χώρας. Ήδη μετά τον πρώτο χρόνο της επανάστασης, το 1822, η χώρα είχε αποκτήσει τα πρώτα οκτώ «Μινιστέρια», όχι όμως και «Μινιστέριον Παιδείας», πράγμα που έκανε έξαλλο τον Αδαμάντιο Κοραή. Ωστόσο, τη μέριμνα για την εκπαίδευση την είχε αναλάβει το υπουργείο Εσωτερικών. Στη Β' Εθνική Συνέλευση του Άστρους (1823) αποφασίστηκε «συστηματικώς να οργανωθή η εκπαίδευσις της νεολαίας, και να εισαχθή καθ' όλην την Επικράτειαν η αλληλοδιδακτική μέθοδος από την Διοίκησιν». Στα σχολεία που οργανώνονταν, διδάσκονταν τα στοιχειώδη γράμματα.
Στο μεταξύ, όπως ήταν φυσικό, η επιθυμία μιας απαιτητικότερης παιδείας έγινε γενικότερο αίτημα, αν και δεν υπήρχαν αντικειμενικά οι δυνατότητες αυτό να αντιμετωπιστεί θεσμικά. Μαζί με κάποιες ατομικές πρωτοβουλίες που εισήγαγαν δίπλα στη γραφή και την ανάγνωση, τη διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών, της Ιστορίας και της Φιλοσοφίας,
συστήθηκε το 1824 (11 Ιουλίου) το Βουλευτικό Σώμα και με ψήφισμα κατάρτισε πενταμελή επιτροπή υπό την προεδρία του Άνθιμου Γαζή, προκειμένου να συντάξει ένα μελετημένο σχέδιο οργάνωσης «της κοινής παιδείας του έθνους». Τρεις ήταν οι βασικοί άξονες αυτού του προγράμματος: Ο πρώτος περιλάμβανε την «προκαταρκτι-κήν και δημώδη, δια της οποίας ο μαθητής να διδάσκεται μόνον το να διαβάζη, γράφη και λογα-ριάζη». Ο δεύτερος προέβλεπε Λύκεια, τα οποία θα ιδρύονταν σε όλες τις πρωτεύουσες των νομών, και εκεί θα δίδασκαν συστηματικά «την προπατορικήν γλώσσαν, την λατινικήν και την γαλλικήν» και τα στοιχειώδη μαθήματα των θετικών επιστημών και της φιλοσοφίας. Τέλος, προβλεπόταν «έν τουλάχιστον πανεπιστήμιον εμπε-ριλαμβάνον τους τέσσερας κλάδους της επιστημονικής παιδείας, ήγουν θεολογίας, φιλοσοφίας, νομικής και ιατρικής». Φυσικά, αυτή η εκπαιδευτική ιεράρχηση με τις επικρατούσες συνθήκες δεν συνιστούσε παρά ένα όνειρο· οι προσπάθειες επικεντρώθηκαν στον πρώτο από τους τρεις άξονες παιδείας.
Χαρακτηριστικό γεγονός είναι ότι το διδασκαλείο του Άργους σε διάστημα μόλις έξι μηνών είχε καταφέρει να κάνει τους 150 μαθητές του να «διαβάζουν, να γράφουν και να λογαριάζουν»! Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι η κυβέρνηση αδυνατούσε να πληρώσει τους δασκάλους, πράγμα που το αναλάμβαναν οι κοινότητες και τα μοναστήρια. Είναι συγκινητικό το γεγονός, και δυστυχώς δεν μας έγινε μάθημα, ότι όλοι οι κάτοικοι προσέφεραν με ιδιαίτερο ενθουσιασμό τον οβολό τους για να μορφωθούν τα παιδιά τους! Ας σημειώσουμε ότι ο Βαρβάκης με δωρεά του συνέβαλε ώστε να κτιστεί το πρώτο κεντρικό σχολείο στο Άργος, που αποτελούσε τότε διοικητική έδρα.
Υπό την προστασίαν του Βουλευτικού
Στην Εθνική Συνέλευση του Άστρους είχε οριστεί με συνταγματική διάταξη ότι «η δημόσιος εκπαίδευσις είναι υπό την προστασίαν του Βουλευτικού». Το Βουλευτικό με δυο λόγια καθιέρωνε τον θεσμό τού «Εφόρου της Παιδείας και της ηθικής ανατροφής των παίδων». Πρώτος έφορος υπήρξε ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, τον οποίο ωστόσο πολύ σύντομα διαδέχτηκε ο Γρηγόριος Κωνσταντάς, όταν ο πρώτος κλήθηκε για να διδάξει ως καθηγητής στην Ιόνιο Ακαδημία.
Στον ρόλο του εφόρου, ο Κωνσταντάς ανέπτυξε αξιόλογη δραστηριότητα συμβάλλοντας αποφασιστικά στην ίδρυση και λειτουργία νέων σχολείων, όπως και στο πρόβλημα της μισθοδοσίας των δασκάλων αλλά και την προμήθεια διδακτικών βιβλίων και εποπτικών οργάνων. Μέχρι την αντικατάστασή του από την κυβέρνηση του Καποδίστρια, κατάφερε να συντάξει έναν νέο οργανισμό για την εκπαίδευση και να επισκεφτεί αυτοπροσώπως τα σημαντικότερα σχολεία της επικράτειας προκειμένου να τα «μεταρρυθμίση και διατάξη επί τω κρείττον και ευμεθόδως εις ταχείαν και ορθήν εκπαίδευσιν της νεολαίας της Ελλάδος». Στις 10 Φεβρουαρίου του 1925 δημοσιεύτηκε το περίφημο και ιδιαίτερα σημαντικό για την πρωτοφανή του πληρότητα διάταγμα «περί αρμοδιοτήτων, χρεών και δικαιωμάτων του Εφόρου Παιδείας».
Αλληλοδιδακτικά σχολεία στην Αθήνα
Με την έγκριση του Βουλευτικού, η κοινότητα των Αθηνών αποκτούσε, εκτός από το ήδη υπάρχον αλληλοδιδακτικό της σχολής Ντέκα, ένα ακόμα στο τζαμί του Σταροπάζαρου, επίσης το «σχολείο των επιστημών» στο τζαμί του Ροδακιού, καθώς και δημόσια βιβλιοθήκη στο τζαμί της Κολώνας. Ο διδάσκαλος της Αθήνας Γ. Γεννάδιος τον Ιανουάριο πληροφορεί τον ήδη περιοδεύοντα Κωνσταντά ότι το πρώτο αλληλοδιδακτικό των Αθηνών έχει χωρητικότητα για 132 μαθητές, ενώ σε αυτό φοιτούν πάνω από 250! Το σχολείο αυτό το συντηρούσε οικονομικά ο στρατηγός Γκούρας, ίσως επειδή ο ίδιος είχε μείνει αγράμματος. Το φθινόπωρο του 1825 τα σχολεία της Αθήνας τα αναλαμβάνει μαζί με μια σχολή για τα «κοράσια» η Φιλόμουσος Εταιρεία των Αθηνών. Έτσι, από το 1825 και έπειτα, στην Αθήνα λειτουργούν συνολικά πέντε σχολεία. Συγκεκριμένα, λειτουργούν: το αλληλοδιδακτικό «σχολείον της νέας παιδαγωγίας» με μαθητές προχωρημένους και δάσκαλο τον Συνέσιο Σμυρναίο, το έτερο αλληλοδιδακτικό όπου δίδασκε ο Νεοφ. Νικητόπουλος, ο οποίος διηύθυνε συγχρόνως και το «σχολείον των κορασίδων», το σχολείο ελληνικής γλώσσας, με δάσκαλο τον Διον. Σουρμελή, το σχολείο «υψηλότερων μαθημάτων» της ελληνικής γλώσσας με δάσκαλο τον Ιωάννη Ειρηναίο, όπου διδασκόταν και η ιταλική γλώσσα, και το σχολείο «ιστορίας και φιλοσοφικών επιστημών» με διδάσκαλο τον Γ. Γεννάδιο. Τα σχολεία αυτά αποτελούσαν καύχημα και «ήσαν η χαρά των Ελλήνων»!
Η έκθεση Κωνσταντά
Όπως ήδη είπαμε, ο Κωνσταντάς είχε επιφορτιστεί από την κυβέρνηση να αποκτήσει μια γενική αντίληψη για την κατάσταση της παιδείας στην αγωνιζόμενη χώρα. Εν μέσω του απελευθερωτικού αγώνα, η κυβέρνηση είχε στις προθέσεις της να ιδρύσει σε όλες τις πρωτεύουσες των επαρχιών από μια κεντρική σχολή αλληλοδιδακτικής μεθόδου και μια ανώτερη σχολή γραμματικής και στοιχείων θετικών επιστημών. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην κεντρική σχολή αλληλοδιδακτικής του Άργους αποστέλλονταν από κάθε επαρχία δυο με τρεις καλοί στη γλώσσα νέοι προκειμένου να εκπαιδευτούν.
Έτσι, η σχολή αυτή λειτουργούσε ταυτόχρονα και σαν σχολή εκπαίδευσης δασκάλων. Σε γενικές γραμμές, παρά τις αξεπέραστες αντικειμενικές δυσκολίες που υπήρχαν, οι προσπάθειες να στηθεί ένα στοιχειώδες εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να θεωρηθούν επιτυχείς. Παράλληλα με το Άργος και την Αθήνα, υπήρχαν και στη νησιωτική Ελλάδα σχολεία που λειτουργούσαν ικανοποιητικά. Μάλιστα, η νησιωτική Ελλάδα διέθετε καλύτερα σχολεία. Ξεχωρίζουν αυτά των Τήνου, Σίφνου, Πάρου, Νάξου και κυρίως η σχολή της Πάτμου, στην οποία η κυβέρνηση φιλοδοξούσε να αποδώσει την παλιά της (αρχαία) φήμη. Φυσικά και στις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας όπου υπήρχε η δυνατότητα, ιδρύθηκαν και λειτούργησαν σχολεία που μόρφωσαν την πρώτη γενιά των ελεύθερων Ελλήνων.
topontiki.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου