Τετάρτη 28 Μαΐου 2025

Η εκλογή Δημάρχων και Περιφερειαρχών «μειοψηφίας» αποδυναμώνει νομικοπολιτικά την Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Γράφει ο Δημήτρης I. Κατσούλης, Δικηγόρος, πρώην Δήμαρχος Αυλώνος Ευβοίας, Περιφερειακός Σύμβουλος Στερεάς Ελλάδας.

Επισημάνσεις για την πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών περί κατάργησης της επαναληπτικής εκλογής (Β΄ γύρος) και εισαγωγής αμιγούς πλειοψηφικού συστήματος με «συμπληρωματική εντολή»

1. Εισαγωγή

Το εκλογικό σύστημα για την ανάδειξη των οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης, σε όλη την διαδρομή της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας, παρέμεινε κατά βάση αμετάβλητο για πενήντα χρόνια (1975-2025), με δύο κεντρικά χαρακτηριστικά: α) εκλογή σε δύο γύρους όταν δεν επιτυγχάνεται η απόλυτη πλειοψηφία του 50+1% (με εξαίρεση το 2006 όταν εφαρμόστηκε όριο εκλογής το ποσοστό 42%+1, Νόμος 3434/2006) και β) ex lege σταθερή κατανομή των εδρών 3/5 στον επιτυχόντα συνδυασμό και 2/5 αναλογικά στους επιλαχόντες (με εξαίρεση το 2019 όταν εφαρμόστηκε η κατανομή των εδρών με απλή αναλογική, Νόμος 4555/2018). 

Η περίοδος αυτή αντιστοιχεί στην περίοδο της ενδυνάμωσης τοπικής αυτοδιοίκησης και της μετατόπισής της από το περιθώριο στο επίκεντρο του επίμονα συγκεντρωτικού πολιτικού και διοικητικού συστήματος, χωρίς ασφαλώς να εμπεδωθεί πλήρως στο θεσμικό και λειτουργικό της πεδίο το ευρωπαϊκό κεντημένο της Αυτοδιοίκησης. 

Το πολυετές εφαρμοζόμενο εκλογικό σύστημα είναι παράγοντας θεσμικής σταθερότητας που επιτρέπει στους ΟΤΑ πρώτου και δεύτερου βαθμού να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους όπως προσδιορίζεται από το Σύνταγμα και τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας. 

Εξάλλου η σταθερότητα αυτή υπήρξε παράγοντας σεβασμού της πολιτικής και διοικητικής αυτοτέλειας του θεσμού, όπως καταστρώνεται στο άρθρο 102 Συντ. καθώς η διαρκής μεταβολή των εκλογικών συστημάτων στην αυτοδιοίκηση επιτρέπει στην εκάστοτε Κυβέρνηση να επηρεάζει το αποτέλεσμα των εκλογών.

2. Οι συνταγματικές αρχές που διέπουν το εκλογικό σύστημα των ΟΤΑ

Το Εκλογικό Σύστημα των ΟΤΑ δεν είναι απλώς τεχνική διαδικασία επιλογής αιρετών της Αυτοδιοίκησης χωρίς αναγωγή στη δημοκρατική αρχή και στις απορρέουσες από αυτήν αρχές της ίσης αντιπροσώπευσης και της ισοδυναμίας της ψήφου καθώς όλες πηγάζουν ευθέως από την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας και αναδεικνύονται σε πεμπτουσία του αντιπροσωπευτικού συστήματος των Δήμων και των Περιφερειών όπως επιτάσσει το Σύνταγμα και ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας (πρβλ Γιώργος Παπαδημητρίου, 

Το εκλογικό σύστημα των δημοτικών λειτουργών και το Σύνταγμα, εκδ. Αντ.Ν.Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή, 1986, σ. 32, Δημήτρης Μ. Ζακαλκάς Το εκλογικό σύστημα των ΟΤΑ)

Οι αρχές της ίσης αντιπροσώπευσης και της ισοδυναμίας της ψήφου κάμπτονται δραστικά χάρι της «κυβερνησιμότητας» των Δήμων και των Περιφερειών με την ex lege κατανομή των εδρών των Συμβουλίων 3/5 στην πλειοψηφία και 2/5 στην μειοψηφία. Αντίβαρο σε αυτή την περιστολή είναι η εκλογή του Δημάρχου και του Περιφερειάρχη με 50%+1 ή άλλως η διεξαγωγή δεύτερου γύρου μεταξύ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων. Έτσι κατοχυρώνεται η ισχυρή νομιμοποίηση του εκλεγέντος Δημάρχου ή Περιφερειάρχη .

3. Η Πρόταση της Κυβέρνησης για την κατάργηση των δύο γύρων και τη καθιέρωση της «συμπληρωματικής εντολής» (παραλλαγή της Supplementary vote)

Η πρόταση της Κυβέρνησης όπως διατυπώθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών κ. Θ. Λιβάνιο, καταργεί τον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών

Ο Υπουργός Εσωτερικών προτείνει την εισαγωγή του συστήματος της «Συμπληρωματικής Ψήφου», δηλαδή ένα γνήσιο πλειοψηφικό σύστημα, πρωτόγνωρο στην ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση. Συγκεκριμένα:

Προτίθεται να ορίσει όριο εκλογής των Δημάρχων ή Περιφερειαρχών το ποσοστό 43%+1.

Εάν κανείς υποψήφιος δεν επιτυγχάνει το όριο εκλογής δεν διεξάγεται πλέον επαναληπτική ψηφοφορία (δεύτερος γύρος) αλλά οι δύο επικρατέστεροι υποψήφιοι συνεχίζουν στο επόμενο στάδιο καταμέτρησης των προτιμήσεων, οι δε επιλαχόντες αποκλείονται.

Καθιερώνεται η «συμπληρωματική ψήφος», ή ορθότερα η «συμπληρωματική εντολή» δηλαδή ο εκλογέας εκτός από την πρώτη του προτίμηση στον υποψήφιο Δήμαρχο ή Περιφερειάρχη έχει το δικαίωμα να δηλώσει και μία δεύτερη προτίμηση σε άλλον υποψήφιο Δήμαρχο ή Περιφερειάρχη.

Στο δεύτερο στάδιο καταμέτρησης προσμετρώνται οι δεύτερες προτιμήσεις που έλαβαν οι δύο συμμετέχοντες στο στάδιο αυτό από τα ψηφοδέλτια των επιλαχόντων υποψηφίων. Στόχος της προσμέτρησης είναι η συμπλήρωση του ορίου εκλογής.

Δήμαρχος όμως εκλέγεται και στην περίπτωση που οι προσμετρώμενες πρώτες και δεύτερες προτιμήσεις δεν υπερβαίνουν το όριο εκλογής.

Συνεπώς σε κάθε περίπτωση εκλέγεται Δήμαρχος με οποιαδήποτε σχετική πλειοψηφία, αθροίζοντας τις πρώτες και δεύτερες προτιμήσεις.

Δεν μεταβάλλεται η κατανομή των εδρών του Συμβουλίου, οπότε ο νικητής με οποιαδήποτε σχετική πλειοψηφία θα καταλαμβάνει τα 3/5 των εδρών και οι υπόλοιπο συνδυασμοί τα 2/5.

Οι δεύτερες προτιμήσεις αφορούν μόνο τους υποψηφίους Δημάρχους ή Περιφερειάρχες. Δεν παρέχεται η ευχέρεια στους εκλογείς να επιλέξουν ως δεύτερη επιλογή και υποψηφίους συμβούλους από τον συνδυασμό του υποψηφίου Δημάρχου ή Περιφερειάρχη στον οποίο ο εκλογέας έχει δώσει δεύτερη ψήφο (ανοικτή λίστα).

4. Το σύστημα της Συμπληρωματικής Ψήφου «Supplementary vote» εφαρμόστηκε στην Μεγάλη Βρετανία 2000-2022»

Το προτεινόμενο από τον Υπουργό Εσωτερικών εκλογικό σύστημα δεν προκύπτει ότι εφαρμόζεται στις χώρες της Ηπειρωτικής Ευρώπη παρά μόνο στην Μεγάλη Βρετανία ως «Συμπληρωματική Ψήφος» (βλ. Πάνου Κολιοστάση Λογικό βήμα, περιττή περιπλοκή, 

Η Καθημερινή φ. 2Μαίου 2025, Επίσης πρβλ https://electoral-reform.org.uk/voting-systems/types-of-voting-system/supplementary-vote/ και Henk van der Kolk, Supplementary vote; analysis, applications, and alternatives https://doi.org/10.1016/j.electstud.2008.04.005) σύμφωνα με το οποίο ο ψηφοφόρος ψηφίζει πέραν του υποψηφίου της προτίμησής του και ένα ακόμη υποψήφιο ως δεύτερη επιλογή. 

Οι δύο επικρατέστεροι υποψήφιοι, μετά την καταμέτρηση των πρώτων επιλογών προκρίνονται για την καταμέτρηση και των δεύτερων ψήφων που έλαβαν από τα ψηφοδέλτια των λοιπών επιλαχόντων συνδυασμών. 

Εκλέγεται όποιος συγκεντρώσει τον μεγαλύτερο άθροισμα πρώτων και δεύτερων επιλογών. 

Παρότι στην Μεγάλη Βρετανία το όριο για την εκλογή του Δημάρχου ήταν το 50%+1 το ποσοστό αυτό δεν επηρεάζει το τελικό αποτέλεσμα διότι ο νικητής προκύπτει από το άθροισμα πρώτων και δευτέρων επιλογών ανεξαρτήτως εάν υπολείπεται του 50%.

Η Συμπληρωματική εφαρμόστηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 2000 για την εκλογή του Δημάρχου του Λονδίνου και από τον Μάιο του 2015, σε δεκαέξι Δήμους που εκλέγουν άμεσα τον εκτελεστικό δήμαρχο. Επίσης με το σύστημα αυτό εκλέγονται και οι Επιτρόπων Αστυνομίας και Εγκλήματος (Police and Crime Commissioner). 

Το σύστημα καταργήθηκε το 2022 καθώς δεν ικανοποιούσε πλέον τον σκοπό της καθιέρωσής του, δηλαδή την ενίσχυση των υποψηφίων των δύο ισχυρών κομμάτων (Συντηρητικών και Εργατικών). Άλλωστε το ισχύον στο Ηνωμένο Βασίλειο αμιγές πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα καλύπτει τους ίδιους στόχους.

5.Επισημάνσεις για το εκλογικό σύστημα των ΟΤΑ που προτείνει η Κυβέρνηση

5.1. Με την πρότασή του ο Υπουργός Εσωτερικών, καταργώντας τον δεύτερο γύρο, αυθαιρέτως εκλαμβάνει την «συμπληρωματική εντολή» ως ενισχυτική της νομιμοποίησης του νικητή των εκλογών, οποίος θα εκλέγεται όμως με σχετική πλειοψηφία, πιθανότερα με 43%+1. 

Εντέλει όμως ο Δήμαρχος ή Περιφερειάρχης θα εκλέγεται με οποιαδήποτε σχετική πλειοψηφία κατώτερη του 43% καθώς η προικοδότηση με τις «συμπληρωματικές ψήφους» δεν διασφαλίζει a priori την «κατάκτηση» του ανωτέρω ορίου.

Το εκλογικό σύστημα των ΟΤΑ γίνεται πλέον αμιγές πλειοψηφικό χωρίς αντίβαρα που ενισχύουν την νομιμοποίηση και αντισταθμίζουν την παραβίαση των αρχών που απορρέουν από την δημοκρατική αρχή. Δήμαρχος ή Περιφερειάρχης εκλέγεται όποιος συγκεντρώσει την σχετική πλειοψηφία με πρώτες είτε και με δεύτερες επιλογές ανεξαρτήτως ποσοστού. 

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της νομιμοποίησης του, καθώς η εκλογική διαδικασία είναι ο δίαυλος ανάθεσης ισχυρής ή ασθενούς πολιτικής εντολής. Αντιθέτως η κατανομή των εδρών του Δημοτικού ή Περιφερειακού Συμβουλίου επιτρέπει στον σχετικώς πλειοψηφήσαντα νικητή να διοικήσει με σταθερότητα αλλά χωρίς την δεδηλωμένη αποδοχή της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος που καταστρώνεται με την επαναληπτική εκλογή στον δεύτερο γύρο.

Συνεπώς από ένα σύστημα μικτό, πλειοψηφικό ως προς την κατανομή των εδρών, αλλά ισχυρής δημοκρατικής νομιμοποίησης που δίνεται στον νικητή με την απόλυτη πλειοψηφία (50%+1) μεταβαίνουμε σε ένα καθαρά πλειοψηφικό με αδύναμη τη δημοκρατική νομιμοποίηση.

5.2. Η καθιέρωση του ορίου του 43%, ή ακόμη και του 50%+1, όταν καταργείται ο δεύτερος γύρος δεν έχει ουσιαστική σημασία γιατί έτσι και αλλιώς ο Δήμαρχος ή ο Περιφερειάρχης θα εκλεγούν με σχετική πλειοψηφία. 

Αξίζει όμως να υπενθυμίσουμε την κριτική στο άρθρο 2 του Νόμου 3434/2006 με το οποίο είχε καθιερωθεί το ποσοστό 42% ως όριο εκλογής του Δήμαρχου στον πρώτο γύρο αντί του 50%+1 καθώς η συζήτηση εκείνη και σήμερα ενόψει του προτεινομένου εκλογικού συστήματος επίκαιρη. 

Ο Καθηγητής Γιώργος Σωτηρέλης (βλ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 1 ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 3434/2006 (42% και λευκά ψηφοδέλτια)) ορθά υποστηρίζει ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί μια απλή και άρα συνταγματικά ανεκτή η σχετικοποίηση της δημοκρατικής νομιμοποίησης του επιτυχόντος συνδυασμού. 

Αυτή δε η δραστική συρρίκνωση της αρχής της ισοδυναμίας της ψήφου, που καθιστά κυρίαρχους στο τοπικό διοικητικό και πολιτικό σύστημα –και μάλιστα χωρίς επαρκείς «ελέγχους και ισορροπίες»– συνδυασμούς με σοβαρότατο έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης, επιβάλλεται χωρίς να γίνεται στην πραγματικότητα επίκληση κανενός λόγου δημοσίου συμφέροντος «συνταγματικής περιωπής», που να μπορεί να παράσχει στοιχειώδη έστω δικαιολόγηση. 

Η καθιέρωση του 42+1% αιτιολογήθηκε «με την ύπαρξη ισχυρών ΟΤΑ, εν όψει του αναβαθμισμένου θεσμικού ρόλου που πρόκειται να διαδραματίσουν στο άμεσο μέλλον αλλά και εν όψει του ρόλου τους στο Δ΄ ΚΠΣ» ενώ προβλήθηκε και το επιχείρημα ότι «Με αυτό το επιδιωκόμενο πρότυπο των ισχυρών και με εσωτερική σταθερότητα Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και Δήμων δεν συνάδει η σύναψη ευκαιριακών συμμαχιών, που όπως έχει αποδείξει η εμπειρία, δεν εξυπηρετούν πάντοτε την πρόοδο των τοπικών υποθέσεων και τη σταθερότητα της διοίκησης αυτών ούτε επιτρέπουν τη διαμόρφωση σαφούς προγραμματικού λόγου». 

Παρόμοια επιχειρήματα πλην όμως περισσότερο άτεχνα, τουλάχιστον έως τώρα, προβάλλονται και σήμερα για το προτεινόμενο εκλογικό σύστημα. Αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι και σήμερα γίνεται λόγος για «ευκαιριακές συμμαχίες» αλλά αυτές κρίνονται αποκλειστικά από τους εκλογείς και όχι από την εκάστοτε κυβερνητική εξουσία.

Εν τούτοις η ολομέλεια του ΣτΕ με την με αρ. 3684/2009 απόφαση της Ολομέλειας έκρινε ότι: «ενόψει του συνταγματικώς θεμιτού σκοπού της διασφαλίσεως της υπάρξεως ισχυρών και αποτελεσματικών δημοτικών αρχών, η, κατά τις ως άνω διατάξεις των άρθρων 50 παρ. 1, 51 παρ. 1 και 59 παρ. 1 του Κ.Δ.Κ., ενίσχυση του συνδυασμού, ο οποίος συγκέντρωσε το 42% των εγκύρων ψήφων και ανακηρύχθηκε επιτυχών, με τα 3/5 των εδρών του δημοτικού συμβουλίου (δηλαδή με το ποσοστό των εδρών που προέβλεπε και το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς για τον επιτυχόντα συνδυασμό) δεν αντιβαίνει στις συνταγματικές αρχές ούτε της ισότητας του εκλογικού δικαιώματος και της ευρύτερης δυνατής λαϊκής εκπροσώπησης, ούτε της αναλογικότητας, αφού η εν λόγω ρύθμιση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι ακατάλληλη για την επίτευξη του ως άνω, συνταγματικώς θεμιτού, σκοπού ούτε, τέλος, ότι υπερακοντίζει το σκοπό αυτό.»

Αντίθετα η μειοψηφία αποφάνθηκε ότι ο περιορισμός στο 42% του συνόλου των εγκύρων ψηφοδελτίων ως όριο εκλογής, παραβιάζει συνταγματικές αρχές και διατάξεις. 

Ειδικότερα, κατά μεν το μέρος που με τη θέσπιση της διατάξεως αυτής επιδιώκεται η διασφάλιση της υπάρξεως ισχυρών οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, δηλαδή η διασφάλιση συνθηκών αποτελεσματικής λειτουργίας των δημοτικών οργάνων, η ρύθμιση υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο και, επομένως, τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας. 

Τούτο δε διότι ο θεμιτός αυτός σκοπός εξυπηρετείτο πλήρως με την ισχύουσα από το 1975 ρύθμιση (ήδη άρθρο 51 παρ. Κ.Δ.Κ.), σύμφωνα με την οποία ο επιτυχών συνδυασμός, ο οποίος, μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 3434/2006, ήταν εκείνος που συγκέντρωνε την απόλυτη πλειοψηφία των εγκύρων ψηφοδελτίων, ελάμβανε τα 2/3, και από το 1982 τα 3/5 των εδρών του δημοτικού συμβουλίου. Κατά το μέρος δε που με την ίδια ρύθμιση επιδιώκεται ο επιτυχών συνδυασμός να μην στηρίζεται «σε ευκαιριακές συμμαχίες αλλά να έχει ενιαίο προγραμματικό λόγο», η ρύθμιση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι επιδιώκει θεμιτό σκοπό, ικανό να δικαιολογήσει απόκλιση, και μάλιστα σε τόση έκταση, από τις συνταγματικές αρχές της ισότητας του εκλογικού δικαιώματος και της ευρύτερης δυνατής λαϊκής εκπροσωπήσεως. 

Τούτο δε διότι στα δημοκρατικά πολιτεύματα η συνεργασία των πολιτικών φορέων που διεκδικούν την ψήφο των πολιτών (και ο συνακόλουθος συγκερασμός των προγραμμάτων τους) δεν μπορεί να θεωρηθεί, άνευ ετέρου, κίνδυνος που η έννομη τάξη οφείλει οπωσδήποτε να αποτρέψει. 

Εξάλλου, ακόμη και υπό την εκδοχή ότι οι σκοποί που αναφέρονται στην εισηγητική έκθεση για την επίμαχη ρύθμιση δικαιολογούν απόκλιση από τις ανωτέρω συνταγματικές αρχές, η εν προκειμένω διαφορά κατά οκτώ ποσοστιαίες μονάδες (50-42) από το ποσοστό 50% συν μία ψήφο, δηλαδή από την αρχή της πλειοψηφίας, διαφορά η οποία δεν μπορεί, οπωσδήποτε, να θεωρηθεί αμελητέα, δεν ευρίσκεται εντός των συνταγματικώς ανεκτών ορίων, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι δεν υπάρχει ένδειξη στο νόμο ή στις προπαρασκευαστικές του εργασίες, ως προς τα κριτήρια, βάσει των οποίων προσδιορίστηκε το ποσοστό αυτό (42%).

Η απόφαση 3684/2009 του ΣτΕ υιοθέτησε τους λόγους της αιτιολογικής έκθεσης περί «με την ύπαρξη ισχυρών ΟΤΑ, εν όψει του αναβαθμισμένου θεσμικού ρόλου που πρόκειται να διαδραματίσουν στο άμεσο μέλλον αλλά και εν όψει του ρόλου τους στο Δ΄ ΚΠΣ» η αιτιολογία όμως αυτή είναι ατυχής και προσχηματική. 

Η ύπαρξη ισχυρών ΟΤΑ συναρτάται με το περιεχόμενο της εξουσίας τους, δηλαδή με τον βαθμό αποκέντρωσης προς τος Δήμους και τις Περιφέρειες σημαντικών αρμοδιοτήτων στο πλαίσιο του συστήματος της πολυεπίπεδης δημοκρατικής διακυβέρνησης. 

Όσο η αποκέντρωση με αυτό το περιεχόμενο δεν πραγματώνεται δεν μπορεί να γίνει λόγος για ισχυρούς ΟΤΑ. (Πρβλ Δημήτρης Κατσούλης, Τομές Δημοκρατίας στην Αυτοδιοίκηση. 

Οι Δήμοι και οι Περιφέρειες πέρα από τον «Καλλικράτη» και τον «Κλεισθένη», Εκδ. Δεδεμάδης, Αθήνα 2019, σ. 454 επ.)

Η διαφορά μεταξύ του συστήματος με όριο 42% και του προτεινόμενου συστήματος εστιάζεται κυρίως στην κατάργηση του δεύτερου γύρου. 

Ο συνδυασμός που θα κερδίσει το 43% των εγκύρων ψηφοδελτίων ανακηρύσσεται νικητής. 

Εφόσον κανείς δεν κερδίσει αυτό το ποσοστό, τότε προσμετρώνται οι δεύτερες επιλογές υπέρ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων που έχουν δοθεί στους λοιπούς πλην των δύο επιλαχόντες συνδυασμούς. 

Στόχος αρχικά είναι το άθροισμα πρώτων και δεύτερων επιλογών στον νικητή των εκλογών να υπερβεί το όριο του 43%. Πλην όμως αυτό δεν είναι αποτρεπτικό για την εκλογή Δημάρχου με μικρότερη πλειοψηφία, κάτω του 43%. 

Εν κατακλείδι ο Δήμαρχος και ο Περιφερειάρχης εκλέγονται με σχετική πλειοψηφία, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της καταμέτρησης των δεύτερων επιλογών. 

Ούτε ασφαλώς είναι απίθανη η περίπτωση ο δεύτερος σε πρώτες επιλογές να καταλήξει πρώτος μετά το άθροισμα και της «συμπληρωματικής ψήφου» και να κερδίσει τις εκλογές.

5.3. Η διαδικασία εκλογής συναρτάται με την διατύπωση των προγραμματικών θέσεων των συνδυασμών των υποψηφίων, με την συμπερίληψη στοιχείων απολογισμού και λογοδοσίας για τους αιρετούς που διεκδικούν την επανεκλογή τους και στοιχείων κριτικής από την πλευρά των συνδυασμών που δεν ασκούσαν ως πλειοψηφία αιρετά όργανα και στους αντίστοιχους συνδυασμούς που είχαν την πλειοψηφία σε αυτά.

Οι προγραμματικές θέσεις των συνδυασμών των υποψηφίων για τις δημοτικές ή περιφερειακές εκλογές εστιάζονται στα κύρια ζητήματα που ενδιαφέρουν την αντίστοιχη τοπική κοινωνία, προτείνουν λύσεις στα τοπικά προβλήματα, δράσεις για την ανάπτυξη υπηρεσιών ή την δημιουργία υποδομών που είναι αναγκαίες στην πόλη, την περιοχή του δήμου ή στην περιφέρεια, προτείνουν μέτρα πολιτικής που θα εφαρμόσουν εφόσον κληθούν να αναλάβουν την ευθύνη για τη διοίκηση του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης.

Ως εκ τούτου, οι προγραμματικές θέσεις των συνδυασμών των υποψηφίων αποτελούν ένα σύνολο κωδικοποιημένων προτάσεων για την διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων που ανήκουν στην αρμοδιότητα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, δηλαδή κατ΄ ουσίαν συγκροτούν ένα σύστημα θέσεων για τη διαχείριση του τοπικού δημοσίου συμφέροντος με τρόπον ώστε ο πολίτης- εκλογέας επιλέγει μεταξύ περισσοτέρων «συστημάτων θέσεων» εκείνο που εκφράζει τις δικές του απόψεις και αντιλήψεις για τη διαχείριση του τοπικού δημοσίου συμφέροντος. ( βλ. Δημήτρης Κατσούλης οπ.π. σελ.54-56) Η ανάθεση της πολιτικής εντολής είναι αναπόσπαστο στοιχείο της εκλογικής διαδικασίας.

Όταν ο ψηφοφόρος επιλέγει συνδυασμό Δημάρχου ή Περιφερειάρχη δεν επιλέγει μόνο το πρόσωπο του Ηγέτη αλλά και Συμβούλους καθώς και το περιεχόμενο της προγραμματικής του πρότασης το οποίο αποτελεί περιεχόμενο της πολιτικής εντολής. 

Όταν επιλέγει και δεύτερο υποψήφιο του αναθέτει μία «συμπληρωματική εντολή» πλην όμως τότε αποδυναμώνει την επιλογή της προγραμματικής πρότασης (καθώς μία άλλη έχει ήδη προτάξει) και επίσης δεν επιλέγει Συμβούλους. 

Οι ψήφοι με «συμπληρωματική εντολή» δεν είναι ισοδύναμες και η ανισότητα της ίσης αντιπροσώπευσης και ισοδυναμίας της ψήφου βαθαίνει.

Το προτεινόμενο εκλογικό σύστημα υποβαθμίζει την σημασία του περιεχομένου της πολιτικής εντολής και επικεντρώνεται στην κατάταξη των προτιμήσεως ως προς την προσωπικότητα μόνο του ηγέτη. 

Ο ηγέτης αυτός όμως ακόμη και όταν έχει εξασφαλίσει την πλειοψηφία των εδρών στο Συμβούλιο υπόκειται στον πολιτικό έλεγχο και έχει ως αποστολή να εκτελεί τις αποφάσεις του Συμβουλίου. 

Όταν δε εξασφαλίζει την ευρεία πλειοψηφία των εδρών ανεξάρτητα από τον αριθμό των εγκύρων ψηφοδελτίων θα έχει δεδηλωμένη δια της ψήφου εντολή ή υποστήριξη της μόνο σχετικής πλειοψηφίας και την αποδοκιμασία της συντριπτικής πλειοψηφία του εκλογικού σώματος.

5.4. Το θεσμικό πλαίσιο της τοπικής αυτοδιοίκησης συμπεριλαμβανομένου του συστήματος διακυβέρνησης και συνακόλουθα του εκλογικού συστήματος διαφέρει στις χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης σε σχέση με το αγγλοσαξονικό θεσμικό πλαίσιο. 

Στην Ευρώπη όλα τα εκλογικά συστήματα της αυτοδιοίκησης έχουν ορισμένους κοινούς παρονομαστές: 

Η άμεση εκλογή των Συμβουλίων σπανίως αποκλίνει από το αναλογικό σύστημα, σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις μικρών πληθυσμιακά δήμων ισχύει το πλειοψηφικό (πχ. Ιταλία κάτω των 15.000 κατοίκων) . 

Ο Δήμαρχος ή Περιφερειάρχης εκλέγεται άλλοτε άμεσα από το εκλογικό σώμα και άλλοτε έμμεσα από το Συμβούλιο. Η εφαρμογή της επαναληπτικής ψηφοφορίας (δεύτερος γύρος) είναι συνήθως καθιερωμένη όταν ο Δήμαρχος ή ο Περιφερειάρχης εκλέγεται άμεσα.

Αντίθετα στο Ηνωμένο Βασίλειο ισχύει παραδοσιακά το αμιγές πλειοψηφικό σύστημα (FPTP- First Past the Post). 

Ο πρώτος, ανεξάρτητα ποσοστού, εκλέγεται. Η καθιέρωση της «Συμπληρωματικής Ψήφου» ήταν μία παρέκκλιση από το αμιγές πλειοψηφικό σύστημα καθώς παρεμβάλλεται η συμπληρωματική ψήφος για να ενισχύσει ουσιαστικά την πιθανότητα εκλογής των επικρατέστερων υποψηφίων. 

Η κεντρική φιλοσοφία του παραδοσιακού εκλογικού συστήματος δεν άλλαξε.

Ήδη το σύστημα της «Συμπληρωματικής Ψήφου» εγκαταλείφθηκε και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Επανήλθαν στο αμιγές πλειοψηφικό.

Η Κυβέρνηση δια του Υπουργού Εσωτερικών προωθεί ένα σύστημα παντελώς ξένο με την δημοκρατική παράδοση της ελληνικής τοπικής αυτοδιοίκησης αλλά και της ευρωπαϊκής.

5.5. Η Κυβέρνηση δια του Υπουργού Εσωτερικών, δικαιολογώντας την απόφαση για την αλλαγή του εκλογικού συστήματος, επικαλέστηκε τα υψηλά ποσοστά αποχής που παρουσιάζονται στον δεύτερο γύρο και την ανούσια, όπως είπε, ταλαιπωρία των πολιτών, (βλ. https://www.aftodioikisi.gr/ota/dimoi/ypes-eklogi-dimarchoy-tin-proti-kyriaki-me-to-systima-ton-pollaplon-epilogon/). Ο ίδιος έχει δηλώσει επίσης: 

«Ξέρετε, δεν είναι και καθόλου ευχάριστο να εκλέγονται δήμαρχοι τη δεύτερη Κυριακή με 25% και 30% συμμετοχή. Νομίζω είναι πολύ πιο ώριμες οι συνθήκες να πάμε στη λογική ενός γύρου, όπως γίνεται και στη συντριπτική πλειονότητα των χωρών της ΕΕ». 

Συμπλήρωσε δε: «έχουμε δει περιπτώσεις που δήμαρχος εκλέχτηκε με 100 και με 50 ψήφους διαφορά από τον πρώτο γύρο. 

Άρα η νομιμοποίηση είναι κάτι το οποίο λειτουργεί στη δημοκρατία και λειτουργεί με τρόπο αποτελεσματικό. 

Θα δώσουμε τη δυνατότητα ο εκλογέας να δώσει και μια δεύτερη εναλλακτική ψήφο η οποία θα λαμβάνεται υπόψη σε συγκεκριμένες συνθήκες. 

Αν δηλαδή ο συνδυασμός που ψήφισε έχει βγει τρίτος, τέταρτος, πέμπτος, τότε θα λαμβάνεται υπόψη» 

Οι δηλώσεις του Υπουργού αποτελούν έως σήμερα την μοναδική πηγή αιτιολόγησης του προτεινόμενου εκλογικού συστήματος. Επί αυτών επισημαίνουμε τα ακόλουθα:

Η αποχή στις εκλογές, δεν οφείλεται ασφαλώς στην καθιέρωση των δύο γύρων ούτε είναι καινοφανές φαινόμενο. 

Οφείλεται αρχικά στο ενδιαφέρον των εκλογέων για τον Δήμο ή την Περιφέρεια και αντιμετωπίζεται πλέον με την εισαγωγή της ψηφιακής τεχνολογίας αλλά και την εφαρμογή της επιστολικής ψήφου, προσαρμοσμένη ασφαλώς στις ειδικές συνθήκες της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Το κόστος των εκλογών δεν μπορεί να προβάλλεται ως δικαιολογία για τον περαιτέρω περιορισμό των αρχών της ίσης αντιπροσώπευσης και της ισοδυναμίας της ψήφου, των αρχών που απορρέουν από την δημοκρατική αρχή.

Οι συνεργασίες μεταξύ των συνδυασμών υποψηφίων στο δεύτερο γύρο, όταν προκύπτουν δεν είναι αρνητικές αλλά αντιθέτως ενισχύουν την τοπική δημοκρατία καθώς οι επικεφαλής των συνδυασμών συμμετέχουν όπως και οι δημότες εκλογείς στη διαμόρφωση του συσχετισμού στον δεύτερο γύρο με γνώμονα την πολιτική, προγραμματική πρόταση των δύο συμμετεχόντων υποψηφίων Δημάρχων ή Περιφερειαρχών και την προσωπικότητα τους. 

Με αυτό τον τρόπο, εφόσον συντρέχουν αυτές οι προγραμματικές προσεγγίσεις, ενισχύεται η τοπική και περιφερειακή τοπική δημοκρατία.

Τέλος, η αλλαγή του εκλογικού συστήματος της τοπικής αυτοδιοίκησης, είναι μία σοβαρή θεσμική πρωτοβουλία η οποία πρέπει να βασίζεται στην διαπιστωμένη από τους εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκηση δυσλειτουργία ή την ανεπάρκεια του ισχύοντος εκλογικού συστήματος ή όταν προέρχεται από την Κυβέρνηση να θεμελιώνεται σε ισχυρά θεσμικά επιχειρήματα στο επίκεντρο των οποίων οφείλει να είναι η εύρυθμη λειτουργία των ΟΤΑ και η ενίσχυση του ρόλου της στο πολιτικό και διοικητικό σύστημα. Τούτο άλλωστε επιτάσσει ο ευρωπαϊκός θεσμικός πολιτισμός που συμπυκνώνεται στο ευρωπαϊκό κεκτημένο της Αυτοδιοίκησης. Οι παραπάνω συνθήκες δεν συντρέχουν.

Ο ισχυρισμός ότι η κατάργηση του δεύτερου γύρου και η εφαρμογή αμιγούς πλειοψηφικού συστήματος (περί αυτού πρόκειται κατά κυριολεξία) ενισχύουν τη δημοκρατική νομιμοποίηση των Δημάρχων και των Περιφερειαρχών δεν είναι μόνο αυθαίρετος αλλά παντελώς αβάσιμος καθώς η ουσιαστική πραγμάτωση των αρχών της δημοκρατικής αντιπροσώπευσης είναι η μοναδική πηγή και το μέτρο νομιμοποίησης των αιρετών ηγετών της τοπικής αυτοδιοίκησης.

6.Επίλογος.

Εντέλει η προοπτική καθιέρωσης της «συμπληρωματικής εντολής» καταλήγει να είναι απλώς το προπέτασμα της ουσιαστικής επιλογής: Καταργείται το δοκιμασμένο επί δεκαετίες και μη αμφισβητούμενο εκλογικό σύστημα των αυτοδιοικητικών εκλογών με όριο εκλογής στον πρώτο και στον δεύτερο γύρο την απόλυτη πλειοψηφία και προτείνεται η εισαγωγή εντός αμιγούς πλειοψηφικού συστήματος σχετικής πλειοψηφίας χωρίς κανένα όριο έτσι ώστε οι Δήμαρχοι κι οι Περιφερειάρχες θα απολαμβάνουν μόνο την εμπιστοσύνη της μειοψηφίας των αντίστοιχων εκλογικών σωμάτων. Η πλειοψηφία θα τους έχει αποδοκιμάσει.

Η άποψη ότι αυτό ευνοεί τους «καλούς Δημάρχους» ή τους «καλούς Περιφερειάρχες» είναι τουλάχιστον αφελής εάν δεν είναι προσχηματική. Με ποιο κριτήριο ορίζεται ο καλός Δήμαρχος; Μόνο η επιλογή των εκλογέων μπορεί να το επιβεβαιώσει. Είναι καλύτερος εκείνος που εκλέγεται με μικρό ποσοστό σχετικής πλειοψηφίας και αποδοκιμάζεται από την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος χωρίς την δεύτερη ευκαιρία του επαναληπτικού γύρου; Σε κάθε περίπτωση πέραν των πολιτών εκλογέων κανείς άλλος δεν έχει δικαίωμα να κρίνει τους αιρετούς της τοπικής αυτοδιοίκησης διαμέσου της δημοκρατικής διαδικασίας της εκλογής τους.

Σε μία ιστορική περίοδο κατά την οποία η ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση απομακρύνεται από το ευρωπαϊκό κεκτημένο χρειάζονται ισχυρά νομιμοποιημένες τοπικές και περιφερειακές ηγεσίες για να ανακτηθεί η χαμένη απόσταση. 

Η εκλογή τους με ισχνές σχετικές πλειοψηφίες δεν θα τις καταστήσει ικανές να ανταποκριθούν στον ρόλο τους. Αντιθέτως θα επιτείνει την χειραγώγηση και την υποβάθμιση.

Δημήτρης Ι. Κατσούλης
Δικηγόρος
Περιφερειακός Σύμβουλος Στερεάς Ελλάδας
παράταξη: ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ Η ΣΤΕΡΕΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...