Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2016

O Πλάτων, ο Αριστοτέλης και το Πολυτεχνείο

Πολλοί αναγνώστες διαβάζοντας τον τίτλο του άρθρου ίσως σκεφτούν ότι ο συγγραφέας του εμφορείται από ιδέες αρχαιολατρίας στην προσπάθειά του να ερμηνεύσει την κορυφαία πολιτική πράξη της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας του τόπου μας, το «Πολυτεχνείο» (Νοέμβριος 1973).
Τα πράγματα όμως δεν έχουν έτσι.


Οι δύο μεγάλοι φιλόσοφοι της αρχαιότητας Πλάτων και Αριστοτέλης αντιπροσωπεύουν δύο διαφορετικά μεταξύ τους, εννοείται σε γενικές γραμμές, μοντέλα σκέψης και κατά συνέπεια τύπους οντολογικής οργάνωσης της πραγματικότητας.

Στο θεμελιώδες ερώτημα: ποιες είναι οι πρώτες αρχές συγκρότησης του κόσμου και της πραγματικότητας δίνουν διαφορετικές απαντήσεις και επομένως στην περίπτωση του «πολιτικού συμβάντος» (Badiou), το οποίο ορίζεται ως «Πολυτεχνείο», τα ερμηνευτικά σχήματα τα οποία ανάγονται στη σκέψη τους διαφέρουν ριζικά.

Φέτος συμπληρώνονται 43 χρόνια από την κορυφαία πολιτική πράξη αντίστασης του ελληνικού λαού εναντίον της δικτατορίας. Και για ακόμη μία φορά θα πραγματοποιηθεί τελετουργικά η πορεία-διαδήλωση προς την αμερικανική πρεσβεία με την οποία θα ολοκληρωθούν οι εκδηλώσεις για την επέτειο.

Το ερώτημα στο οποίο καλούμαστε όλοι, πολίτες και πολιτικοί, να απαντήσουμε διατυπώνεται ως εξής: το «πολιτικό συμβάν» του Πολυτεχνείου σε ποιο βαθμό έχει συνεισφέρει στη διαμόρφωση ορθολογικής πολιτικής μορφής ζωής στην ελληνική κοινωνία και σε ποια έκταση στην παρούσα ιστορική φάση (μετά το τέλος της «μεταπολίτευσης» και την επικράτηση του καθεστώτος της επιτροπείας) συμβάλλει στην πολιτική αυτοσυνείδηση του ελληνικού «λαού»;

Αυτό που διά γυμνού οφθαλμού διαπιστώνουμε όλοι μας είναι ότι το «Πολυτεχνείο» και οι αναγνώσεις του έχουν ενταχθεί κατά την ιστορική φάση της «μεταπολίτευσης» στο υφιστάμενο παιδευτικό μοντέλο πλατωνικής ανάμνησης.

Κατά τον Πλάτωνα, η γνώση είναι ανάμνηση και το «Πολυτεχνείο» και για τους ίδιους τους δρώντες (τη γενιά του Πολυτεχνείου) αλλά και για τις νεότερες γενιές εντάσσεται σ’ ένα μαθησιακό και παιδευτικό πλαίσιο στο οποίο επικρατούν η γνώση, η πληροφόρηση, η ενημέρωση.

Τα αφηγηματικά πρωτεία πριμοδοτούν έναν τύπο πολιτικής διαχείρισης του «Πολυτεχνείου» ως πολιτικού συμβάντος τον οποίο ονομάζω πλατωνικό.

Πράγματι το εκπαιδευτικό σύστημά μας στο πλαίσιο της κοινωνικοποίησης προτάσσει τη γνώση ως ανάμνηση και παραμελεί την αριστοτελική επεξεργασία και ανακατασκευή κάθε παρελθόντος πολιτικού συμβάντος στην προοπτική ορθολογικής συγκρότησης της πολιτικής μορφής ζωής.

Η γενική αυτή θεωρητική διαπίστωση ισχύει πρωτίστως για το «Πολυτεχνείο», το οποίο ενώ ως πολιτική πράξη έχει συνεισφέρει αποφασιστικά στην αποκατάσταση της νόμιμης άσκησης της πολιτικής εξουσίας, κατά τη φάση της «μεταπολίτευσης» μετατρέπεται σε γνωστική ανάμνηση εντός του συστήματος της κοινωνικοποίησης.

Στο ερώτημα εάν θα μπορούσαν τα πράγματα να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά η απάντησή μας είναι η εξής: βεβαίως εάν το «Πολυτεχνείο» είχε ενσωματωθεί τόσο στο επίπεδο της συνείδησης όσο και στο επίπεδο της πολιτικής οργάνωσης της ελληνικής κοινωνίας.

Εάν ως πολιτική κοινωνία είχαμε επιλέξει την αριστοτελική διαχείριση του «Πολυτεχνείου», πράγμα που σημαίνει εάν ως πολιτική μορφή ζωής είχαμε δεχτεί την αριστοτελική πρώτη αρχή, σύμφωνα με την οποία η αλλαγή, ο μετασχηματισμός όλων των πραγμάτων είναι ο κανόνας στην ανθρώπινη κοινωνία.

Σ’ αυτή την περίπτωση στην παρούσα φάση οργάνωσης της πολιτικής κοινωνίας μας δεν θα αντιμετωπίζαμε δομικά προβλήματα παθογένειας σχετικά με τη συγκρότηση και την άσκηση της πολιτικής εξουσίας.

Ο αριστοτελικός τύπος διαχείρισης του «Πολυτεχνείου» δεν εντάσσει το πολιτικό συμβάν σ’ ένα αφηγηματικό παιδευτικό πλαίσιο, αλλά σ’ ένα πολιτικό-ερμηνευτικό και συγκροτησιακό σύμπαν. Τότε, τον Νοέμβριο του 1973, είχαμε μπροστά μας ως πολιτική κοινωνία την παράνομη άσκηση της πολιτικής εξουσίας, σήμερα, τον Νοέμβριο του 2016, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τους «μετα-δημοκρατικούς» θεσμούς, οι οποίοι λαμβάνουν αποφάσεις για τη ζωή μας.

Το ζήτημα της επικράτησης του αφηγηματικού (πλατωνικού) τύπου έναντι του πολιτικού (αριστοτελικού) τύπου διαχείρισης του «Πολυτεχνείου», 43 χρόνια μετά, είναι ένα ζήτημα ανοιχτό και έχει να κάνει με την ίδια την πολιτική συγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας.

Μπορεί κανείς πράγματι να συμφωνεί με τον Γάλλο πολιτικό φιλόσοφο Pierre Rosanvallon (βλ. το πρόσφατο βιβλίο του με τον τίτλο: «Η ορθή διακυβέρνηση», 2016), ο οποίος υποστηρίζει ότι «μπορεί τα πολιτικά μας συστήματα να χαρακτηρίζονται ως δημοκρατικά, αλλά δεν μπορούν να κυβερνηθούν κατά δημοκρατικό τρόπο».

Εάν λοιπόν το «Πολυτεχνείο» ως αποκαταστατική της δημοκρατικής νομιμότητας πολιτική πράξη σημάδεψε την πολιτική ιστορία του τόπου μας, σήμερα γιατί στο επίπεδο της συνείδησης παραμένουμε «άφωνοι» και στο επίπεδο της πολιτικής πράξης «άβουλοι», όταν όλοι μας διαπιστώνουμε ότι το δημοκρατικό πλαίσιο διακυβέρνησης υπονομεύεται;

Συνοψίζοντας μπορούμε να υποστηρίξουμε τα εξής: κατά την ιστορική φάση της «μεταπολίτευσης» επικράτησε το μοντέλο πολιτικής διαχείρισης του «Πολυτεχνείου», το οποίο συνδέεται πρωτίστως με μαθησιακές και παιδευτικές διαδικασίες (πλατωνικού τύπου).

Τώρα στην παρούσα φάση του καθεστώτος της εποπτείας επιβάλλεται ως πολιτική κοινωνία να υιοθετήσουμε ένα άλλο μοντέλο (το αριστοτελικού τύπου), σύμφωνα με το οποίο το «Πολυτεχνείο» δεν θα είναι μια «ανάμνηση», αλλά ένα εγγενές κριτικό, συγκροτησιακό στοιχείο, μέσω του οποίου θα ελέγχεται η ορθότητα της διακυβέρνησης και η ορθολογικότητα της πολιτικής μορφής ζωής.

Συντάκτης: Θεόδωρος Γεωργίου καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...