Γράφει η Νάντια Τριανταφύλλου
Έχω το καζάνι που βράζει, έχω μύριες όσες αφορμές για να βάλω μπουρλότο αλλά μου λείπει το βασικό, η κινητήριος δύναμη, η φωτιά , η σπίθα ρε παιδί μου για να γίνει της τρελής.Θέλω να δώσω επακριβώς την εικόνα, για να καταλάβεις τι εννοώ: καζάνι είναι η ελληνική κοινωνία που βράζει, αφορμές είναι όλα όσα βλέπουν τα έκπληκτα μάτια μου και ακούν τα αποσβολωμένα αυτιά μου εδώ και 2,5 χρόνια , μπουρλότο είναι το αποτέλεσμα, οι ζωές μας έτσι όπως μας κατάντησαν. Και τι μου λείπει; Μου λείπει, η σπίθα. Η σπίθα που θα βάλει φωτιά σε όλα αυτά καταστρέφοντας όλα τα κακά της
μοίρας μας.
μοίρας μας.
Θα μου πεις άντε κι έβαλες φωτιά, άντε και τα έκαψες όλα, άντε και τα έκανες ρημαδιό και τι έγινε; Τι έχεις να προτείνεις; Τι θα γίνει; Πως θα ζήσουμε; Πως θα πορευτούμε; Πως θα χτίσουμε την χώρα που θέλουμε να μας αξίζει μέσα στα αποκαΐδια; Πως θα αποδώσουμε δικαιοσύνη αφού αυτό είναι το ζητούμενο μας την σήμερον ημέρα, η απονομή δικαιοσύνης, όλοι αυτό μουρμουράμε , «να πληρώσουν ρε, να πληρώσουν τα λαμόγια, αυτοί που τα κατέστρεψαν όλα», πως λοιπόν θα αποδοθεί δικαιοσύνη όταν θα έχουν καταλυθεί τα πάντα; Πως θα καταφέρουμε να απεξαρτηθούμε από τις ξένες δυνάμεις και να ζήσουμε με αυτά τα λίγα που έχουμε κι ας χρειαστεί να στερηθούμε; Θα καταφέρουμε να στερηθούμε; Θα καταφέρουμε να πούμε όχι όταν θα χρειαστεί; Θα μείνουμε σταθεροί στο στόχο μας, στο να κάνουμε δηλαδή την Ελλάδα έτσι όπως μας αξίζει; Πως θα πετύχουμε την ανάπτυξη που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη σαν χώρα για να αυξηθούν οι θέσεις εργασίας, για να μειωθούν θεαματικά οι άνεργοι, για να κινηθεί και πάλι η αγορά; Και το βασικότερο πως θα προστατεύσουμε τον άμαχο πληθυσμό όταν θα γίνεται της τρελής, όταν η χώρα θα καίγεται; Πως θα αποφύγουμε τις λεηλασίες, τους προπηλακισμούς, τους ξυλοδαρμούς, τις βιαιότητες; Θα εμπιστευτούμε αυτό το δύσκολο έργο στις δυνάμεις ασφαλείας της χώρας ή θα κληθούν οι πολίτες αυτής της χώρας να παίξουν και το ρόλο του σερίφη προστατεύοντας ότι πιο πολύτιμο έχουν, τους αγαπημένους τους;
Είναι πολλά τα ερωτήματα και ελάχιστες οι απαντήσεις. Γιατί είμαστε και περίεργος λαός. Δεν είμαστε οι τύποι που θα βάλουμε το κεφάλι κάτω και θα δουλεύουμε νυχθημερόν με τα ελάχιστα για να πάρει μπροστά η χώρα. Δεν έχουμε μάθει έτσι. Είμαστε φιλότιμοι, αγαπάμε την δουλειά, αλλά αγαπάμε και τον ήλιο, το γλέντι, το καθισιό… κι είναι λογικό. Δεν γίνεται να ζει κάποιος σε μια χώρα σαν την Ελλάδα και να μην θέλει να ρεμβάζει. Με δεδομένο ότι δεν έχουμε σαν λαός τη δομή, ή την παιδεία, ή την κουλτούρα να ζήσουμε σε ένα καθεστώς πλήρους, απόλυτης αναρχίας και με δεδομένο ότι είναι στο DNA μας περασμένη η ανάγκη για εξουσία, όχι μόνο για να ασκούμε εξουσία αλλά και για να μας ασκείται εξουσία, είναι μάλλον δύσκολο να τα βγάλουμε πέρα την «επόμενη μέρα». Και το βασικό είναι η «επόμενη μέρα» να αποδειχθεί από την ιστορία καλύτερη της προηγούμενης, να μην φτάσουμε και πάλι να πούμε «κάθε πέρσι και καλύτερα». Κι ο μόνος τρόπος να γίνει αυτό είναι οι προτάσεις που θα πέσουν στο τραπέζι να είναι εφικτές, να είναι ανθρώπινες, να προάγουν δηλαδή τον άνθρωπο κι όχι να τον υποβιβάσουν. Κι αυτό επιτυγχάνεται μόνο μέσα από ειρηνικές διαδικασίες, μόνο με ειρήνη καταφέρνεις να πλησιάσεις την δημοκρατία, κι όχι με την αυτοδικία.
Άρα, ξαναγυρίζοντας στο παρόν κι αφήνοντας το όνειρο του «καλύτερου αύριο» στην χώρα του φανταστικού επανέρχομαι στην σπίθα. Είναι εντυπωσιακά μουδιασμένη η ελληνική κοινωνία. Όλοι αγωνιούν, φοβούνται, αγχώνονται, τρέχουν, βιάζονται, κάνουν λογαριασμούς, κάνουν περικοπές στα απαραίτητα, βρίζουν, τσακώνονται, χτυπιούνται, πεινάνε, κρυώνουν, κλαίνε, παραιτούνται από την ζωή τους, αυτοκτονούν, απομονώνονται. Και δεν κάνουν το πιο λογικό: δεν εξεγείρονται. Είναι τόσο φοβισμένος ο κόσμος που δεν βγαίνει έξω να φωνάξει. Κι όταν βγαίνει με το πρώτο ντου φεύγει. Και φεύγει γιατί φοβάται. Όχι ότι σκέφτεται λογικά εκείνη την ώρα ότι μπορεί να διατρέχει κίνδυνο η ίδια του η ζωή αλλά γιατί έχει μάθει να φοβάται. Ή μάλλον του έχουν μάθει να ζει με τον φόβο. Τον έκαναν αναπόσπαστο μέρος της λογικής και της ζωής του. Είναι και που έχει χάσει και την ελπίδα για αυτό το «καλύτερο αύριο» οπότε έρχεται και "δένει το γλυκό".
Προσπαθώ να σκεφτώ τρόπους. Τρόπους που να απελευθερώσουν τα μυαλά μας. Πιστεύω ότι τρόποι υπάρχουν. Κι είναι πολλοί. Απλά το μυστικό είναι ο παρονομαστής. Όλα εκεί θα κριθούν. Στον κοινό παρονομαστή. Σε αυτό το κάτι που θα ενώσει τις ψυχές των ελλήνων και θα τις ωθήσει στην ΑΠΟΦΑΣΗ. Στην απόφαση για την διεκδίκηση της ζωής τους. Στην απόφαση για την απόλυτη ανατροπή. Στην απόφαση να μην χαθεί κι αυτή η ευκαιρία γιατί είναι σίγουρα η τελευταία.
Πάμε λοιπόν στον παρονομαστή. Τι είναι εκείνο που μπορεί να ενώσει τις ψυχές μας και να μας ενώσει με το σύμπαν; Τι είναι εκείνο που μπορεί να μας σηκώσει από τους αναπαυτικούς καναπέδες μας και να μας κάνει να τρέξουμε στους δρόμους; Τι είναι εκείνο που μπορεί να μας δώσει την δύναμη να κερδίσουμε το αυτονόητο: την ίδια μας την ζωή; Είναι ιδέα, είναι ένας άνθρωπος, είναι όλα μαζί; Δεν ξέρω.
Είναι συναίσθημα; οργή, αδικία, θλίψη, θυμός, απώλεια, όλα αυτά μαζί; Μπορεί. Εάν ο παρονομαστής ταυτιστεί με την ψυχή του καθένα από εμάς νάτη η σπίθα. . Εάν ο καθένας από εμάς μέσα από αυτά δει το σύνολο κι όχι μόνο το εγώ του άναψε η σπίθα.
Δεν μιλάμε για θαύματα. Δεν πιστεύω στα θαύματα. Πιστεύω όμως σε αυτό που λέγεται ανθρώπινο μυαλό, πιστεύω στην ψυχή, πιστεύω στην ανάγκη για ελευθερία, πιστεύω στην δύναμη του ανθρώπου, πιστεύω σε ένα καλύτερο αύριο. Για αυτό ελπίζω ακόμη και περιμένω την σπίθα που θα μας βγάλει από την νιρβάνα μας, την σπίθα που θα μας ενώσει, την σπίθα που θα μας δώσει την ζωή μας πίσω. Όσο κι αν μας πονέσει. Κι ο πόνος μέρος της ζωής μας είναι, από την πρώτη μας ανάσα όταν βγήκαμε από την κοιλιά της μάνας μας, τον πόνο μάθαμε πρώτα.
Γιατί εάν γίνει η ανατροπή και εάν αφήσουμε τη δημιουργικότητα του μυαλού μας να δουλέψει και εάν αποφασίσουμε να πάρουμε τις τύχες μας, τις ζωές μας στα χέρια μας και δεν ρισκάρουμε να αφεθούμε σε οποιονδήποτε τυχάρπαστο, που να είστε σίγουροι εκείνη την ώρα θα εμφανιστούν σαν από μηχανής θεοί τότε είναι βέβαιο ότι η ζωή μας θα γίνει καλύτερη. Γιατί λύσεις υπάρχουν και μάλιστα πολλές.
Για αυτό καταλήγω και λέω: Δώσε μου εσύ την σπίθα. Να είσαι σίγουρος πως μια σπίθα αρκεί. Αρκεί να λειτουργήσει ενωτικά, να μας κάνει όλους ένα. Μόνο έτσι θα καταφέρουμε να βγούμε από το τέλμα της αβεβαιότητας και του φόβου. Εάν γίνουμε όλοι ΕΝΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου